Έπειτα από πολλές υποχωρήσεις και παλινωδίες και αφού οι δανειστές διασφάλισαν δηλώσεις νομιμοφροσύνης από Παπανδρέου, Σαμαρά και Καρατζαφέρη, φαίνεται ότι δρομολογείται πλέον η εκταμίευση της έκτης δόσης. Το ερώτημα, όμως, που προκύπτει είναι το κατά πόσον υπάρχουν διαθέσιμα τα κεφάλαια της έκτης δόσης.
Σύμφωνα με τα συμφωνηθέντα, η έκτη δόση είναι συνολικού ποσού 8 δις ευρώ, τα 5,8 δις ευρώ εκ των οποίων θα προέλθουν από τα κράτη της Ευρωζώνης και τα 2,2 δις ευρώ από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Σε σχέση, βέβαια, με το ΔΝΤ δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι «λεφτά υπάρχουν». Ισχύει, όμως, άραγε το ίδιο και για τις χώρες της Ευρωζώνης;
Τα κοινά οργανωμένα διμερή δάνεια
Η Δανειακή Σύμβαση Ελλάδας - κρατών Ευρωζώνης στηρίζεται σε διμερή δάνεια, τα οποία χορηγούν στην Ελλάδα τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης και η γερμανική κρατική τράπεζα KfW εκ μέρους του Βερολίνου.
Αν και τα εν λόγω δάνεια χορηγούνται μεμονωμένα από κάθε δανειστή, με βάση το ποσοστό συμμετοχής της κάθε χώρας στο κεφάλαιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, εντούτοις δημιουργείται ένα πλαίσιο κοινά οργανωμένων διμερών δανείων.
Οι σχέσεις των πιστωτών μεταξύ τους ρυθμίζονται με χωριστή σύμβαση, τη Συμφωνία μεταξύ των Πιστωτών (ΣΠ). Πάντως, κάθε δανειστής, σύμφωνα και με τους όρους της Δανειακής Σύμβασης και της Συμφωνίας μεταξύ των Πιστωτών, μπορεί να αυξήσει, να ακυρώσει ή να μειώσει τα ποσά που θα δανείσει.
Όπως έχουμε ήδη επισημάνει στο βιβλίο μας Το Μνημόνιο της Χρεοκοπίας και ο Άλλος Δρόμος – Πειραματόζωον η Ελλάς (σελ. 246), αυτό σημαίνει ότι τα 80 δις του δανείου των χωρών της Ευρωζώνης «δεν είναι κλειδωμένα και σίγουρα διαθέσιμα για την Ελλάδα, ακόμη κι αν η χώρα μας εφαρμόσει πλήρως όλους τους όρους του Μνημονίου. Έτσι είναι πιθανό σε μια ενδεχόμενη μελλοντική οικονομική κρίση ή πολιτική αλλαγή σε κάποια χώρα της Ευρωζώνης, να υπάρξει αδυναμία ή απροθυμία εκ μέρους ορισμένων δανειστών κρατών-μελών της Ευρωζώνης να δανείσουν τα ποσά που τους αναλογούν.
Στην περίπτωση αυτή, είτε αυτά θα συμπληρωθούν από άλλους ισχυρότερους δανειστές, όπως η Γερμανία ή η Γαλλία, είτε δεν θα δοθούν καθόλου.
Επομένως, η διαθεσιμότητα του πακέτου των 80 δις δεν είναι δεδομένη και σίγουρη, σε αντίθεση με τα ποσά του ΔΝΤ, τα οποία θα μπορούν να εκταμιευτούν υπό τον όρο τήρησης από την Ελλάδα των όρων του Μνημονίου. Η άρνηση της Σλοβακίας να χορηγήσει τα σχετικά δάνεια στην Ελλάδα ενδεχόμενα αποτελεί μόνο την αρχή.
Ταυτόχρονα, ενώ δανειστές μας παρουσιάζονται όλες οι χώρες της Ευρωζώνης, στην πορεία μπορεί αυτές να υποκατασταθούν από μία ή δύο χώρες της Ευρωζώνης, δηλαδή το γαλλογερμανικό άξονα, γεγονός που σημαίνει αύξηση της εξάρτησης της χώρας, μια και η Αθήνα θα οφείλει σχεδόν όλα τα χρέη της σε Παρίσι και Βερολίνο.
Δεν αποκλείεται, δε, από τη Δανειακή Σύμβαση να απομείνει στο τέλος ένας μόνο δανειστής, δηλαδή η Γερμανία ».
Βεβαίως, από την άλλη πλευρά, οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα κάθε δανειστή είναι ατομικά και η αδυναμία ενός δανειστή να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του, όπως συμβαίνει με τη Σλοβακία, δεν επηρεάζουν τις υποχρεώσεις των υπόλοιπων δανειστών.
Ταυτόχρονα, τα δικαιώματα του κάθε δανειστή είναι διακριτά και ανεξάρτητα, και κάθε χρέος του δανειολήπτη που απορρέει από τη Δανειακή Σύμβαση είναι διακριτό και ανεξάρτητο χρέος.
Ποιος δανείζει τι
Σύμφωνα με τα ισχύοντα, οι δανειστές όφειλαν να καταβάλουν στη χώρα μας την περίφημη έκτη δόση το Σεπτέμβριο του 2011. Ήδη έφτασε Δεκέμβριος, και τα χρήματα ακόμη δεν έχουν εκταμιευτεί.
Σε σχέση με τις χώρες που διαθέτουν τα περίφημα τρία «Α» στη δανειοληπτική τους αξιολόγηση, η Γερμανία καλείται να καλύψει τουλάχιστον το 18,9% της έκτης δόσης, ενώ η Γαλλία το 14,2%, η Ολλανδία το 3,9%, η Αυστρία το 1,9%, η Φινλανδία το 1,8% και το Λουξεμβούργο το 0,17%.
Από τις υπόλοιπες χώρες, η Ιταλία θα κληθεί να καλύψει το 12,5%, η Ισπανία το 8,3% και το Βέλγιο το 2,4%. Επομένως, το 23,2% της ευρωπαϊκής δανειοδότησης θα πρέπει να καλυφθεί από Ιταλία, Ισπανία και Βέλγιο, που βρίσκονται ήδη στον προθάλαμο του μηχανισμού «στήριξης».
Οι αγορές έχουν άλλη γνώμη...
Όπως έγκαιρα είχαμε επισημάνει στα «Επίκαιρα» (τεύχος 91ο, 14-20/7/2011, σελ. 73), «η κρίση χρέους που άρχισε να πλήττει σοβαρά την Ιταλία αλλά και την Ισπανία αναμένεται να επηρεάσει τη χώρα μας θετικά αλλά και αρνητικά. Θετικά, διότι καταδεικνύει ότι η κρίση χρέους του ευρωπαϊκού Νότου θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί είτε με την έκδοση ευρωομολόγου είτε με την αλλαγή του τρόπου λειτουργίας της ΕΚΤ, ούτως ώστε να μπορεί να δανείζει απευθείας τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης με χαμηλό επιτόκιο, το οποίο, με τα σημερινά δεδομένα, θα μπορούσε να κινείται περί το 1,50%. Αρνητικά, διότι μπορεί να διαμορφώσει προβλήματα στο υπόλοιπο της δανειοδότησης της χώρας μας από την Ιταλία, στο πλαίσιο της δανειακής σύμβασης Ελλάδας - χωρών Ευρωζώνης, η οποία, σημειωτέον, δεν έχει καν κυρωθεί από τη Βουλή».
Η δανειοδότηση της χώρας μας από τις χώρες της Ευρωζώνης κατά το προηγούμενο διάστημα ήταν ιδιαίτερα εύκολη, καθώς αυτές μπορούσαν να δανειστούν με χαμηλά επιτόκια από τις αγορές και στη συνέχεια να δανείζουν τη χώρα μας με επιτόκιο περί το 5% για δάνεια τριετούς διάρκειας και περί το 6% για δάνεια άνω της τριετίας.
Ταυτόχρονα, κάθε κράτος της Ευρωζώνης εισέπραττε από τη χώρα μας και προμήθεια 0,5% επί του κεφαλαίου για δήθεν λειτουργικά έξοδα. Με την άνοδο, όμως, των επιτοκίων δανεισμού της Ιταλίας, της Ισπανίας και του Βελγίου, είναι προφανές ότι οι εν λόγω χώρες βρίσκονται πλέον σε δυσχερή θέση να δανείσουν την Αθήνα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι τη Δευτέρα το Βέλγιο αναγκάστηκε να καταβάλει επιτόκιο 5,65% για ομόλογα δεκαετούς διάρκειας, έναντι 4,37% τον προηγούμενο Οκτώβριο, ενώ την ίδια ημέρα η Ιταλία είδε το επιτόκιο δανεισμού της για ομόλογα ωρίμασης το 2023 να εκτοξεύεται στο δυσθεώρητο 7,3%.
Σε σχέση με την Ισπανία, θα πρέπει να επισημανθεί ότι το ισπανικό δεκαετές ομόλογο εκτοξεύτηκε ήδη στο 6,5% (Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία – Οικονομία, 27/11/2011, σελ. 3).
Επομένως, είναι προφανές ότι η Ιταλία και η Ισπανία είναι αδύνατον να συνεχίσουν να δανειοδοτούν τη χώρα μας με επιτόκιο περί το 6%, τη στιγμή που οι ίδιες δανείζονται από τις αγορές με μεγαλύτερο επιτόκιο.
Τα πρώτα μηνύματα, βεβαίω,ς είχαν έρθει από τις αρχές Αυγούστου, όταν οι αποδόσεις των δεκαετών ομολόγων ανήλθαν για την Ιταλία στο 6,101% και για την Ισπανία στο 6,27%, έναντι 15,161% για την Ελλάδα, 11,52% για την Πορτογαλία και 10,839% για την Ιρλανδία (βλ. Η Ναυτεμπορική, 4/8/2011, σελ. 3).
Θα καλυφθεί τελικά όλη η έκτη δόση;
Έτσι, στην προκειμένη περίπτωση, τα ποσά με τα οποία θα πρέπει να δανειοδοτήσουν τη χώρα μας η Ιταλία και η Ισπανία είτε θα συμπληρωθούν από άλλους δανειστές είτε δεν θα δοθούν καθόλου.
Η όλη κατάσταση γίνεται ακόμη πιο σύνθετη μετά την αποτυχία της Γερμανίας, πριν από λίγες ημέρες, να συγκεντρώσει τα ποσά που ζήτησε από τις αγορές. Προσπάθησε να αντλήσει 6 δις ευρώ από δημοπρασία δεκαετών ομολόγων και πήρε μόνο 3,644 δις ευρώ (Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία – Οικονομία,27/11/2011, σελ. 2).
Καθώς, λοιπόν, παρατηρείται μαζική φυγή κεφαλαίων από την Ευρωζώνη προς τις ΗΠΑ και τη Βρετανία, περιπλέκεται η δυνατότητα χρηματοδότησης όλου του ποσού της έκτης δόσης από τα κράτη της Ευρωζώνης (5,8 δις ευρώ).
Σε περίπτωση, λοιπόν, που ο γαλλογερμανικός άξονας δεν καλύψει τελικά όλα τα υπόλοιπα ποσά της έκτης δόσης, τότε – με βάση τη δανειακή σύμβαση και κατόπιν προη γούμενης γραπτής συναίνεσης όλων των δανειστών – δεν αποκλείεται ορισμένοι Ευρωπαίοι δανειστές να μεταβιβάσουν ή να εκχωρήσουν σε τρίτες ενδιαφερόμενες χώρες – για παράδειγμα, Βρετανία, Κίνα, Ρωσία αλλά και Τουρκία – τα συγκεκριμένα δικαιώματά τους για κάλυψη του εναπομείναντος ποσού της έκτης δόσης.
Στην περίπτωση, δε, αυτή, με βάση την αντισυνταγματική και επονείδιστη δανειακή σύμβαση Ελλάδας - κρατών Ευρωζώνης, η Αθήνα δεν μπορεί καν να αντιτάξει αντιρρήσεις!
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Επίκαιρα» στις 1/12/11